Έχουμε και λέμε για τους σπουδαγμένους Μπασταίους και Μπαστιωτόπουλα : με το ΒΔ 626/14/1847 διορίστηκε ειδικός δημαρχιακός πάρεδρος για το χωριό Μπάστα ο Κώστας Ντέμος (δες και Κ. Μπασέτα ΤΟ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΗΛΕΙΑΣ σελ. 205 & 206). Το 1860 εκλέγεται ειδικός πάρεδρος στο Δήμο Ωλένης για το χωριό Μπάστα, ο Ιωάννης Ντζούκας (ό.π. σελ 212). Αυτοί οι δύο Μπασταίοι δεν είναι καθόλου βέβαιο πως γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, αφού ο Σ. Γ. εκπρόσωπος του Χελιδονιού στο Δήμο είναι αγράμματος (ό.π. σελ. 213), αφού κριτήριο ήταν το: "... δεν έχει χρέη ... " !!
Το 1848, σίγουρα έμαθαν κολλυβογράμματα, στοιχειώδη γνώση ανάγνωσης και γραφής, ο παπαΘόδωρος(;), παππούς του Μήτσιου του Παπαδόπουλου και ο αναγνώστης Παγώνης, παππούς του Αλέκου, πρωτοψάλτη, για χρίνια του καθεδρικού ναού του χωριού. Αυτοί πρέπει να είναι οι πρώτοι γραμματισμένοι του χωριού. Και βέβαια πρέπει να τους έμαθε τα κολλυβογράμματα η μητρόπολη για να μπορεί να λειτουργήσει η νεόχτιστη (1848) εκκλησιά τους. Απ' αυτούς τους δυό πρέπει να έμαθαν κολυβογράμματα ο γεροΖιόγκας (Βγενόπουλος), προππάπος του Λεωνίδα και αδερφές του, ψάλτης κι αυτός του χωριού. Γύρω στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αρκετοί Μπασταίοι πήγαν στο σχολαρχείο της Καλολετσής(;). Οι Μπασταίοι που ξέραν ανάγνωση και γραφή ήσαν: ο Ιωάννης Ντζούκας Τζουκογιάνης, σύμβουλος στο Κοινοτικό Συμβούλιο (ό.π. σελ.212) ...
(Έχει κι άλλα, ... πολλά.)
Το χωριό Μπάστα
Θεόδωρος Γ. Δημόπουλος
Εκπαιδευτικός
Η ιστορία του με δυο κουβέντες Βορειοανατολικά της Αρχαίας Ολυμπίας και σε απόσταση εννιά χιλιομέτρων σε ευθεία, βρίσκεται το χωριό Κρυονέρι. Από το 1998 είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του ομώνυμου Δήμου. Για 8, τουλάχιστο, αιώνες, ονομαζόταν Μπάστα. Ο μεγάλος λοιμός που ξέσπασε στα μέσα του 14ου αιώνα (1347-1350) και η ελονοσία, μείωσαν δραματικά τον πληθυσμό της Ηλείας. Σε αντικατάσταση του ανθρώπινου δυναμικού, κλήθηκαν από τον Εμμανουήλ Κατακουζηνό (1348–1380) και αργότερα τους Παλαιολόγους και ήρθαν στην Ηλεία δέκα χιλιάδες Αλβανοί. Στο λοιμό αυτό, οι κάτοικοι των χωριών, Μπάστα και Καλολετσή του Δήμου Ωλένης και Μηλιές του Δήμου Ολυμπίων, απεβίωσαν όλοι. Μετά το λοιμό ήρθαν και κατοίκησαν στα χωριά αυτά Αρβανίτες, ορθόδοξοι χριστιανοί. Μέχρι το 1950, τέσσερα χωριά στην Ηλεία θεωρούνταν ακόμα Αλβανόφωνα. [Γ. Παπανδρέου Δ. Φ. Γυμνασιάρχου: «Η Ηλεία δια μέσου των αιώνων», 1924 σελ.34 και 340 & Κ .Ν. Ηλιόπουλου στο "ΤΟΠΩΝΥΜΙΚΟΝ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ", 1948 σελ.169]. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει, πως το χωριό Μπάστα υπάρχει πολύ πριν από το μεγάλο λοιμό του 1350 και την μετέπειτα εποίκισή του. Τρία από τα χωριά αυτά είναι γειτονικά και βρίσκονται στους πρόποδες της Φολόης. Είναι τα χωριά Μπάστα, Καλολετσή και Μηλιές. To τέταρτο είναι το χωριό Κώμη και βρίσκεται στο Δήμο Βουπρασίων. Μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, οι Μπασταίοι μιλούσαν μαζί με τα Ελληνικά και τα Αρβανίτικα, όπως γινόταν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Η αλλαγή του ονόματος του χωριού το 1928, από Μπάστα σε Κρυονέρι, σηματοδοτεί και το τέλος της Αρβανίτικης γλώσσας. Τα παιδιά των Μπασταίων δεν έμαθαν Αρβανίτικα και φυσικά δεν μίλησαν τη γλώσσα. Το όνομα του χωριού Μπάστα είναι λέξη Ιταλική. Σήμερα είναι σε καθημερινή χρήση στη γείτονα χώρα. Στα Ελληνικά σημαίνει: φτάνει, ως εδώ, ως εδώ και μη παρέκει, αλλά και το όριο. Η αρχαία ελληνική λέξη βαστάζω, πέρασε στη Λατινική και από κει στην Ιταλική και ξαναγύρισε στην Ελληνική με τη γλωσσική αυτή μορφή [τα αντιδάνεια είναι συνηθισμένα γλωσσικά φαινόμενα]. Πολλοί χρησιμοποιούν τη λέξη σε στιγμές αγανάχτησης: Μπάστα πια, φτάνει πια, τέλος. Basta Time for Italy to sack …, λέει η προεκλογική ιταλική αφίσα του 2006. Οι κατάσπαρτες ενετικές ελιές, το μισοτελειωμένο ενετικό Κάστρο στα Κιόνια, η δυτικής τεχνοτροπίας εικόνες στην εκκλησιά, η αρχιτεκτονική των ναών και των καμπαναριών, ιδιαίτερα το παλιό, τα πάμπολλα ιταλόηχα τοπωνύμια, που ακόμα δεν έχουν αλλάξει, καθώς και πολλές λέξεις στο καθημερινό Μπασταίικο λεξιλόγιο, παραπέμπουν σε γεννητούρια Ενετικά και σε χρόνους πιο πριν και από το 1204. Ανήκομεν εις την δύσιν [Πασίγνωστη φράση του Κων/νου Καραμανλή στη στις αρχές της 10ετίας του ’60} και είμεθα Ευρωπαίοι από γεννησιμιού μας! Μετά την επανάσταση του 1821, κατά την πρώτη καταγραφή των οικισμών του Μοριά, το έτος 1828, αναφέρεται το χωριό μας, ως: «Οικισμός Μπάστα - Διοίκηση Γαστούνη» [Οικισμοί του Μοριά κατά το έτος 1828. Πελοποννησιακά" 8 /1971 Τ. Γριτσόπουλος]. Στις πρώτες προσπάθειες συγκρότησης του Ελληνικού κράτους, το 1836, καταγράφεται και πάλι ως: «Οικισμός Μπάστα - Δήμος Ώλενος - Διοίκηση Ηλείας» [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 80 28/12/1836]. Στις καταγραφές που έγιναν κατά τα έτη 1840 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 22 18/12/1840], 1841 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 5 8/3/1841] και 1842 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 25 25/10/1842], αναφέρεται: «Οικισμός Μπάστα - Δήμος Ωλενιαίων - Διοίκηση Ηλείας». Στην καταγραφή του 1845 [Οι οικισμοί της Ελλάδας Νόμος ΚΕ΄5/12/1845], το χωριό Μπάστα αναφέρεται έτσι: «οικισμός Μπάστα - Δήμος Ωλένης - Διοίκηση Ηλείας». Το 1912, με την κατάργηση του Δήμου Ωλένης, οι συνοικισμοί Μπάστα και Χελιδόνι απαρτίζουν κοινότητα με έδρα το Χελιδόνι [Β. Δ.18-8-1912, ΦΕΚ.256/1912]. Το 1928, με κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου, το Υπουργείο Εσωτερικών, άλλαξε το όνομα του χωριού Μπάστα σε Κρυονέριον [Δ. 19-7-1928 ΦΕΚ. Α 156 /1928]. Το 1932 αναγνωρίζεται, για πρώτη φορά, σαν ανεξάρτητη κοινότητα με έδρα το Κρυονέριον [Δ.20-2-1932, ΦΕΚ. Α 49/193211]. Η αλλαγή του ονόματος δεν έγινε αποδεκτή από τους Μπασταίους, για πολλούς και διαφόρους λόγους. Αυτό φαίνεται κι από τις ενέργειες [Επίσκεψη του Νομάρχη το 1937] της διοίκησης της Μεταξικής δικτατορίας στην προσπάθειά της να τους πείσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι το 1940, μετονόμασε το συνοικισμό και κοινότητα Κρυονερίου σε Μοναστήριον [Β. Δ. 28-8-1940, ΦΕΚ. 271/1940]! Αυτή η εκδικητική ενέργεια της διοίκησης, εξόργισε και γέμισε με θυμό τους Μπασταίους και ιδιαίτερα τις Μπαστιώτισσες. Η διοίκηση με την παμπόνηρη αυτή διαδικασία άσκησε ακραίο εκβιασμό. Το 1953 μετονόμασε το συνοικισμό και κοινότητα Μοναστηρίου σε κοινότητα Κρυονερίου [Β. Δ. 23-7-1953, ΦΕΚ. Α 195/1953]. Τα δύσκολα εκείνα χρόνια οι Μπασταίοι δώσανε τόπο στην οργή, αλλά ποτέ δεν συμφώνησαν μ’ αυτό που έγινε. Τι να κάναμε , παιδί μ’, ήταν η γεμάτη πόνο απάντηση. Οι διοίκηση θεωρούσε βαρβαρικό το όνομα Μπάστα και για να το εξελληνίσει, βάλθηκε να το αλλάξει. Η αλλαγή του ονόματος του χωριού, από Μπάστα σε Κρυονέριον, από Κρυονέριον σε Μοναστήριον και από Μοναστήριον πάλι σε Κρυονέριον και όχι σε Μπάστα, ήταν μια τραγωδία, που θα μπορούσε να έχει τίτλο: «Α σιχτίρ πια ... », που ξεστόμισε στην αγανάκτησή του ο τότε πρόεδρος του χωριού Ν. Γεωργίου. Το χιλιόχρονο όνομα του χωριού των πατεράδων και μανάδων μας, παππούδων και γιαγιάδων, πάππων προσπάππων, μέχρι και του πρώτου οικιστή, που κι αυτός, σίγουρα αναπαύεται στα χώματά του, επιστρέφει και αντηχεί στα αφτιά μας, σαν οι κοντοχωριανοί μας λένε: « … Αα, απ’ του Μπάιστα …, έτσι πες το χριστιανέ μου». Αφιερώνεται στη μνήμη όλων των Μπασταίων, πάππων προσπάππων, μέχρι και του πρώτου κάτοικου του χωριού Μπάστα. Θεόδωρος Γ. Δημόπουλος, εκπαιδευτικός
Το 1848, σίγουρα έμαθαν κολλυβογράμματα, στοιχειώδη γνώση ανάγνωσης και γραφής, ο παπαΘόδωρος(;), παππούς του Μήτσιου του Παπαδόπουλου και ο αναγνώστης Παγώνης, παππούς του Αλέκου, πρωτοψάλτη, για χρίνια του καθεδρικού ναού του χωριού. Αυτοί πρέπει να είναι οι πρώτοι γραμματισμένοι του χωριού. Και βέβαια πρέπει να τους έμαθε τα κολλυβογράμματα η μητρόπολη για να μπορεί να λειτουργήσει η νεόχτιστη (1848) εκκλησιά τους. Απ' αυτούς τους δυό πρέπει να έμαθαν κολυβογράμματα ο γεροΖιόγκας (Βγενόπουλος), προππάπος του Λεωνίδα και αδερφές του, ψάλτης κι αυτός του χωριού. Γύρω στα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αρκετοί Μπασταίοι πήγαν στο σχολαρχείο της Καλολετσής(;). Οι Μπασταίοι που ξέραν ανάγνωση και γραφή ήσαν: ο Ιωάννης Ντζούκας Τζουκογιάνης, σύμβουλος στο Κοινοτικό Συμβούλιο (ό.π. σελ.212) ...
(Έχει κι άλλα, ... πολλά.)
Το χωριό Μπάστα
Θεόδωρος Γ. Δημόπουλος
Εκπαιδευτικός
Η ιστορία του με δυο κουβέντες Βορειοανατολικά της Αρχαίας Ολυμπίας και σε απόσταση εννιά χιλιομέτρων σε ευθεία, βρίσκεται το χωριό Κρυονέρι. Από το 1998 είναι Δημοτικό Διαμέρισμα του ομώνυμου Δήμου. Για 8, τουλάχιστο, αιώνες, ονομαζόταν Μπάστα. Ο μεγάλος λοιμός που ξέσπασε στα μέσα του 14ου αιώνα (1347-1350) και η ελονοσία, μείωσαν δραματικά τον πληθυσμό της Ηλείας. Σε αντικατάσταση του ανθρώπινου δυναμικού, κλήθηκαν από τον Εμμανουήλ Κατακουζηνό (1348–1380) και αργότερα τους Παλαιολόγους και ήρθαν στην Ηλεία δέκα χιλιάδες Αλβανοί. Στο λοιμό αυτό, οι κάτοικοι των χωριών, Μπάστα και Καλολετσή του Δήμου Ωλένης και Μηλιές του Δήμου Ολυμπίων, απεβίωσαν όλοι. Μετά το λοιμό ήρθαν και κατοίκησαν στα χωριά αυτά Αρβανίτες, ορθόδοξοι χριστιανοί. Μέχρι το 1950, τέσσερα χωριά στην Ηλεία θεωρούνταν ακόμα Αλβανόφωνα. [Γ. Παπανδρέου Δ. Φ. Γυμνασιάρχου: «Η Ηλεία δια μέσου των αιώνων», 1924 σελ.34 και 340 & Κ .Ν. Ηλιόπουλου στο "ΤΟΠΩΝΥΜΙΚΟΝ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ", 1948 σελ.169]. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει, πως το χωριό Μπάστα υπάρχει πολύ πριν από το μεγάλο λοιμό του 1350 και την μετέπειτα εποίκισή του. Τρία από τα χωριά αυτά είναι γειτονικά και βρίσκονται στους πρόποδες της Φολόης. Είναι τα χωριά Μπάστα, Καλολετσή και Μηλιές. To τέταρτο είναι το χωριό Κώμη και βρίσκεται στο Δήμο Βουπρασίων. Μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, οι Μπασταίοι μιλούσαν μαζί με τα Ελληνικά και τα Αρβανίτικα, όπως γινόταν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Η αλλαγή του ονόματος του χωριού το 1928, από Μπάστα σε Κρυονέρι, σηματοδοτεί και το τέλος της Αρβανίτικης γλώσσας. Τα παιδιά των Μπασταίων δεν έμαθαν Αρβανίτικα και φυσικά δεν μίλησαν τη γλώσσα. Το όνομα του χωριού Μπάστα είναι λέξη Ιταλική. Σήμερα είναι σε καθημερινή χρήση στη γείτονα χώρα. Στα Ελληνικά σημαίνει: φτάνει, ως εδώ, ως εδώ και μη παρέκει, αλλά και το όριο. Η αρχαία ελληνική λέξη βαστάζω, πέρασε στη Λατινική και από κει στην Ιταλική και ξαναγύρισε στην Ελληνική με τη γλωσσική αυτή μορφή [τα αντιδάνεια είναι συνηθισμένα γλωσσικά φαινόμενα]. Πολλοί χρησιμοποιούν τη λέξη σε στιγμές αγανάχτησης: Μπάστα πια, φτάνει πια, τέλος. Basta Time for Italy to sack …, λέει η προεκλογική ιταλική αφίσα του 2006. Οι κατάσπαρτες ενετικές ελιές, το μισοτελειωμένο ενετικό Κάστρο στα Κιόνια, η δυτικής τεχνοτροπίας εικόνες στην εκκλησιά, η αρχιτεκτονική των ναών και των καμπαναριών, ιδιαίτερα το παλιό, τα πάμπολλα ιταλόηχα τοπωνύμια, που ακόμα δεν έχουν αλλάξει, καθώς και πολλές λέξεις στο καθημερινό Μπασταίικο λεξιλόγιο, παραπέμπουν σε γεννητούρια Ενετικά και σε χρόνους πιο πριν και από το 1204. Ανήκομεν εις την δύσιν [Πασίγνωστη φράση του Κων/νου Καραμανλή στη στις αρχές της 10ετίας του ’60} και είμεθα Ευρωπαίοι από γεννησιμιού μας! Μετά την επανάσταση του 1821, κατά την πρώτη καταγραφή των οικισμών του Μοριά, το έτος 1828, αναφέρεται το χωριό μας, ως: «Οικισμός Μπάστα - Διοίκηση Γαστούνη» [Οικισμοί του Μοριά κατά το έτος 1828. Πελοποννησιακά" 8 /1971 Τ. Γριτσόπουλος]. Στις πρώτες προσπάθειες συγκρότησης του Ελληνικού κράτους, το 1836, καταγράφεται και πάλι ως: «Οικισμός Μπάστα - Δήμος Ώλενος - Διοίκηση Ηλείας» [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 80 28/12/1836]. Στις καταγραφές που έγιναν κατά τα έτη 1840 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 22 18/12/1840], 1841 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 5 8/3/1841] και 1842 [Οι οικισμοί της Ελλάδας ΦΕΚ 25 25/10/1842], αναφέρεται: «Οικισμός Μπάστα - Δήμος Ωλενιαίων - Διοίκηση Ηλείας». Στην καταγραφή του 1845 [Οι οικισμοί της Ελλάδας Νόμος ΚΕ΄5/12/1845], το χωριό Μπάστα αναφέρεται έτσι: «οικισμός Μπάστα - Δήμος Ωλένης - Διοίκηση Ηλείας». Το 1912, με την κατάργηση του Δήμου Ωλένης, οι συνοικισμοί Μπάστα και Χελιδόνι απαρτίζουν κοινότητα με έδρα το Χελιδόνι [Β. Δ.18-8-1912, ΦΕΚ.256/1912]. Το 1928, με κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου, το Υπουργείο Εσωτερικών, άλλαξε το όνομα του χωριού Μπάστα σε Κρυονέριον [Δ. 19-7-1928 ΦΕΚ. Α 156 /1928]. Το 1932 αναγνωρίζεται, για πρώτη φορά, σαν ανεξάρτητη κοινότητα με έδρα το Κρυονέριον [Δ.20-2-1932, ΦΕΚ. Α 49/193211]. Η αλλαγή του ονόματος δεν έγινε αποδεκτή από τους Μπασταίους, για πολλούς και διαφόρους λόγους. Αυτό φαίνεται κι από τις ενέργειες [Επίσκεψη του Νομάρχη το 1937] της διοίκησης της Μεταξικής δικτατορίας στην προσπάθειά της να τους πείσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έτσι το 1940, μετονόμασε το συνοικισμό και κοινότητα Κρυονερίου σε Μοναστήριον [Β. Δ. 28-8-1940, ΦΕΚ. 271/1940]! Αυτή η εκδικητική ενέργεια της διοίκησης, εξόργισε και γέμισε με θυμό τους Μπασταίους και ιδιαίτερα τις Μπαστιώτισσες. Η διοίκηση με την παμπόνηρη αυτή διαδικασία άσκησε ακραίο εκβιασμό. Το 1953 μετονόμασε το συνοικισμό και κοινότητα Μοναστηρίου σε κοινότητα Κρυονερίου [Β. Δ. 23-7-1953, ΦΕΚ. Α 195/1953]. Τα δύσκολα εκείνα χρόνια οι Μπασταίοι δώσανε τόπο στην οργή, αλλά ποτέ δεν συμφώνησαν μ’ αυτό που έγινε. Τι να κάναμε , παιδί μ’, ήταν η γεμάτη πόνο απάντηση. Οι διοίκηση θεωρούσε βαρβαρικό το όνομα Μπάστα και για να το εξελληνίσει, βάλθηκε να το αλλάξει. Η αλλαγή του ονόματος του χωριού, από Μπάστα σε Κρυονέριον, από Κρυονέριον σε Μοναστήριον και από Μοναστήριον πάλι σε Κρυονέριον και όχι σε Μπάστα, ήταν μια τραγωδία, που θα μπορούσε να έχει τίτλο: «Α σιχτίρ πια ... », που ξεστόμισε στην αγανάκτησή του ο τότε πρόεδρος του χωριού Ν. Γεωργίου. Το χιλιόχρονο όνομα του χωριού των πατεράδων και μανάδων μας, παππούδων και γιαγιάδων, πάππων προσπάππων, μέχρι και του πρώτου οικιστή, που κι αυτός, σίγουρα αναπαύεται στα χώματά του, επιστρέφει και αντηχεί στα αφτιά μας, σαν οι κοντοχωριανοί μας λένε: « … Αα, απ’ του Μπάιστα …, έτσι πες το χριστιανέ μου». Αφιερώνεται στη μνήμη όλων των Μπασταίων, πάππων προσπάππων, μέχρι και του πρώτου κάτοικου του χωριού Μπάστα. Θεόδωρος Γ. Δημόπουλος, εκπαιδευτικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου