η φωνοσπηλιά. Ο Γκολφίνος, απ’
του Χιλιδόνι, διηγείται στα παιδιά του Σχολείου, που καθοδηγούσε ο δάσκαλός τους Κ. Τερλεπάνης :
[«Η Φονοσπηλιά είναι μια σπηλιά σ’ ένα
γκρεμό. Κάποτε ήτανε μέσα στη σπηλιά ένα μελίσσι μεγάλο. Πώς να το μαζέψουνε;
Λέει ένας να τον κατεβάσουνε στο γκρεμό μ’ ένα σκοινί, να μπει στη σπηλιά να
τρυγήσει το μελίσσι. Πράγματι τόνε δένουνε, τον κατεβάσανε και άρχισε να
γιομίζει. Εγιόμισε ένα, δυο, τρία καλάθια κι άκουσε μια φωνή από μέσα απ’ τη
σπηλιά: «Άσε και για μένα τίποτα, ρε!» Αυτός δεν έδωκε σημασία. Συνέχισε να
μαζεύει. Ακούει πάλι την ίδια φωνή:
- «Άσε και για μένα τίποτα, ρε!»
Αυτός τίποτα. Κι εκεί καταλαβαίνει ότι τον
έχει τυλίξει ένα φίδι. Πολεμάει να το πετάξει από πάνου του κι εκείνο δεν
ξεκολλάει. Ήτανε το σκοινί που ήτανε δεμένος που ’χε γίνει φίδι. Βγάζει απ’ το
ζωνάρι το μαχαίρι, του δίνει μια και το κόβει και πέφτει κι εκείνος στο γκρεμό
και σκοτώθηκε. Από τότε τη λένε Φονοσπηλιά.»] (Από την ιστοσελίδα του Χελιδονιού.)
Στους
όμορφους θρύλους δεν ταιριάζει κριτική. Μόνο
απόλαυση μ' ανοιχτό στόμα
και ... μυαλό. Ο ίδιος μύθος ακουγόταν,
που και που κι απ' τους Μπασταίους. Την έλεγε πιο πολλές φορές ο μπαρμπαΣωτήρης
ο Φωνόπουλος. Κι είχε τους λόγους του. Ήταν δική του η Φωνοσπηλιά. Την
κληρονόμησε από τον παππούλη του το γεροΦώνη. Ξενοφών ήταν το βαφτιστικό του.
Και σαν γέρασε οι νιότεροι τον φώναζαν μπαρπαΦώνη. Οι απόγονοί του λέγανε: Ο
μακαρίτης ο γεροΦώνης έκανε τούτο, έκανε κείνο, είχε χίλια τόσα γιδοπρόβατα στη
σπηλιά, που είναι εκεί κοντά στο Χωνί κι άλλα πολλά λέγανε για το μακαρίτη το γεροΦώνη
... Από το γεροΦώνη λοιπόν η Φωνοσπηλιά κι όχι Φονοσπηλιά. Στα Φωναίικα,
που ξεκινούσαν από του ΚουτσΑγμέτη ή ΜπακοΚυριάκου και φτάνανε μέχρι του ΚουτσοΜάρη στον Αϊδημήτρη, υπήρχε η μεγάλη σπηλιά, που την κληρονόμησε ο
μπαρμπαΣωτήρης ο Φωνόπουλος. Αυτή η σπηλιά χώραγε ίσιαμε πεντακόσια γιδοπρόβατα, λέει ακόμα και σήμερα ο Βασίλης ο Τζούκας και ήταν
καταδική του. Εκεί έβαζε τη φάγνα για τα ζα του, εκεί και τα μαρτίνια του. Για
τη φαμελιά του είχε φτιάσει, λίγο πιο κάτου, πέτρινη χαμοκέλα. Εκεί έμενε
χειμώνα καλοκαίρι. Όλη του, σχεδόν, η
περιουσία ήταν εκεί γύρω και δεν έχανε χρόνο στο πάγαιν’ έλα στο χωριό τις
καθημερνές. Όλες τις Κυργιακές πάγαινε στην εκκλησιά του χωριού του. Αργότερα, γύρω στα 1960 έχτισε, λίγο πιο πέρα από το ξωχικό του τον Αϊλιά.
Για μονάδα μέτρησης του μεγέθους μιας σπηλιάς, οι Μπασταίοι
χρησιμοποιούσαν τα γιδοπρόβατα, το πατερημώ ή το τσιγάρο για την απόσταση, το
μόδι για τα δημητριακά, τη βαρέλα για τα κρασιά και πάει λέγοντις για τ' άλλα
μεγέθη. Και για να μη παραπονιέται κι ο Λαλαίος παπαΝίκος, αυτό το μέτρο χρησιμοποιούσαν όλοι οι παλιοί κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής
και όχι μόνο. Οι σπηλαιολόγοι, αν δεν κάνουμε λάθος, μάλλον έχουν σαν ακριβή μονάδα μέτρησης τα
τετραγωνικά.
Στα οπίσθια του
Χελιδονιού υπάρχει και σήμερα μια διάσημη σπηλιά. Η σπηλιά τ' Αράπη. Αυτή πρέπει να είναι από τις μεγαλύτερες της
περιοχής και λόγω της οργιαστικής βλάστησης της ρεματιάς, δε φαινόταν παρά μόνο
σαν έμπαινες μέσα. Χωράει και σήμερα ακόμα, πάνω από 3 χιλιάδες γιδοπρόβατα,
λέει με θαυμασμό ο Γιάννης ο Γκαβίλιας. Σαν τσέλιγκας κι αυτός, είχε βάλει στη
σπηλιά τ’ Αράπη για στάλο και τα δικά του γιδοπρόβατα. Σ' αυτή τη σπηλιά έμενε
για καιρό ο Αράπης (Άραβας), πριν
καταλήξει στου Μπάιστα. Εκεί καταφεύγανε κι οι Χιλιδονιάτες στους δύσκολους
καιρούς.
Η Φωνοσπηλιά δεν άντεξε τους σεισμούς, που έγιναν στα μισά
του 20ου αιώνα και κατάπεσε. Μικρό μέρος της σώζεται ακόμα και σήμερα. Το κουφάρι της βρίσκεται καταγής στο χωράφι
του μπαρμαΣωτήρη.
Πέρα απ' το θαυμασμό και το σεβασμό στο θρύλο, μια μικρή
διόρθωση είναι αναγκαία: Άλλο ο φόνος κι άλλο ο σκοτωμός από πτώση - πέσιμο. Το
αποτέλεσμα για το μακαρίτη είναι απόλυτα αδιάφορο. Για τους ζωντανούς είναι
μακάβρια διαφορετικό. Οι φόνοι στην Κρήτη, στη Μάνη κι όπου αλλού έχουν άλλες
συνέπειες κι άλλες σαν κάποιος πάει από πέσιμο! Και είν’ αλήθεια πως οι πιο
πολλοί γέροι, πάνε από πέσιμο ή από … κάτι άλλο, πασίγνωστο βέβαια σ’ όλους,
και άσχετο με τον όμορφο θρύλο.
Το χωνί. Εκεί κοντά και σε συνέχεια, νότια της Σπηλιάς, υπάρχει
και το Χωνί, ιδιοχρησίας «εξ
αδιαιρέτου» των αδερφών του μπαρμπαΣωτήρη, Γιώρη και Ξενοφώντα. Εκεί, στην
απόληξη του Χωνιού, υπήρχε και η λίμνα, που πηνιγήκανε τα βόιδα του μακαρίτη
του γεροΦώνη. Στα τέλη του περασμένου αιώνα ο Ρουλάκος, γιος του Ξενοφώντα και
δισέγγονος του μακαρίτη του γεροΦώνη, πήρε εκδίκηση, θάβοντας τη λίμνη και
εξαφανίζοντας τα τεράστια πλατάνια, εξημερώνοντας
τον τόπο! Τώρα τη συνέχιση του έργου του Ρουλάκου έχει αναλάβει ο Νάκος του
Γιάννη του Βγενή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου