Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

Παραϊστορία προϊστορίας Μπάστα



 
                                

    « »
        Ιστορίας παραμιλητό. Οι Μπασταίοι είχαν όλοι τους ακούσει παραμιλητά. Όχι βέβαια τα δικά τους. Κανένας δεν έχει ακούσει τα δικά του παραμιλητά. Πάντα οι άλλοι  άκουγαν τα παραμιλητά των άλλων. Στα χωριά οι πιο συνετοί δεν βγάναν τσιμουδιά, για τα παραμιλητά π' ακούγονταν στο δικό τους σπίτι. Υπήρχαν και κάποιες εξαιρέσεις. Για τα παιδικά παραμιλητά όλοι μιλούσαν. Δυνάμωναν σαν ανέβαινε ο πυρετός. 40 πυρετό είχε το μαύρο και παραμίλαγε συνέχεια. Συνήθως τα παιδικά παραμιλητά ήσαν ασυνάρτητα. Σπάνια έβγαινε συμπέρασμα. Μόνο το ιερατείο των Δελφών, μετά από γερό μπαχτσίσι,  θα κατάφερνε να βγάλει κάποιο συμπέρασμα, για το παιχνίδι που του χάλασε κάποιος άλλος πιτσιρικάς. Και βέβαια το ακραία σοβαρό μαντείο  των Δελφών δεν ασχολιόταν τότε με τα παιδικά παραμιλητά. Είχε να λύσει προβλήματα ιστορικής διάστασης και ήταν πολύ λογικό απ' αυτά να ζούνε, μιας και είχαν όλοι τους στομάχια. Ακόμα και η μαύρη η Πυθία είχε στομάχι. Μικρότερο βέβαια απ' το στομάχι του ιερατείου, αλλά είχε κι αυτή κάποιο στομαχάκι και μάλιστα της δίνανε κι αυτής κάτι τις να μασήσει, για να μπορεί να λέει το κάτι τις.  Το   " ... δωρεάν δότε" είναι πολύ μεταγενέστερο και δεν ήταν και τόσο δωρεάν. Σίγουρα δεν ήταν τζιάμπα και βερεσιέ, όπως το εννοούσαν οι Μπασταίοι.
            Για παραμιλητά της ιστορίας δεν κάνανε ποτές τους λόγο οι Μπασταίοι. Όλο το ιστορικό παραμιλητό γινόταν σε μεγαλοπρεπείς αίθουσες Πανεπιστημίων και Ακαδημιών. Οι παραμιλητές αυτοί ήσαν καλοντυμένοι και φρεσκοξουρισμένοι ή είχαν μακριές γενειάδες. Πολλές φορές φορούσαν κάτι φανταχτερές φορεσιές που καταλήγανε σα μαύρο ράσο! Φορούσαν και φοράνε ακόμα κάτι καπέλα σαν τα καλυμμαύκια. Φοράν και κάτι λουρίδες σαν των Διάκων ή των δεσποτάδων. Ακόμα και οι υποψήφιοι παραμιλητές φοράνε ανάλογες φορεσιές. Τώρα γιατί όλες αυτές  οι ρασοειδείς φορεσιές είναι μαύρες κατάμαυρες, σαν πίσα  ένας θεός το ξέρει θαλέγαν οι Μπασταίοι  και θα σταυροκοποιούνταν μορφάζοντας. Τα φορέματα του ιερατείου  των Δελφών και των άλλων ιερών, δεν είναι σίγουρο πως ήταν μαύρο και ας καλλιεργούσαν το παραμιλητό ως τον ύψιστο βαθμό του ήξεις αφήξεις. Το παραμιλητό δεν είναι σίγουρο πως ήταν μαύρο ή μαύριζε με τον καιρό, το μαύρο!    
          Βέβαια τα παραμιλητά στην ιστορία είναι άπειρα. Πιο πολλά από τα ... ξύπνια. 
Να μερικά παραμιλητά:
- Η γη είναι το κέντρο του κόσμου και ακίνητη, γιατί έτσι την έφτιαξε ο παντοδύναμος και πάνσοφος θεός. Κι αλίμονο σε όποιον έχει την παραμικρή αμφιβολία. Η πυρά είναι έτοιμη από καιρό, κύριε Γαλιλαίο.
     Στου  Πράρη, κατά τα μέσα του περασμένου αιώνα, κάτου από τη Βγεναίικη Ενετική ελιά, βρίσκεται ένα τσούρμο από καμιά δεκαριά παιδιά. Εκεί που λέγαν τα δικά τους, είπε κάποιο πως η γη κινείται. Το τρανταχτό γέλιο των άλλων παιδιών, κατάντησε απύθμενη βλακεία την αλήθεια.  Και το παιδί συμφώνησε γρήγορα μαζί τους! Να κηρυχτεί  αποσυνάγωγο το παιδί ...  Αυτό είναι χειρότερο κι απ' την πυρά!  κι ας είχε πεισθεί από το δάσκαλο πως η γη κινείται. Το ίδιο λεν πως έκανε γονατιστός κι ο  Γαλιλαίος. Τα παιδιά δεν υποχρεώσανε κανένα παιδί να γονατίσει και να ζητήσει συχώρεση, όπως κάναν οι πάνσοφοι ιεροεξεταστές. Απλά γελάγανε. Κι ούτε ανάψανε καμιά φωτιά, όπως κάναν οι πάνσοφοι ιεροεξεταστές. Μόνο γελάγανε. Κανένα δεν απαίτησε ν' ανακαλέσει, όπως κάναν οι πάνσοφοι ιεροεξεταστές. Κι ούτε φοβέρισε, πως δε θα 'παίζε πια μαζί του. Τίποτα απ' όλα αυτά. Απλώς γέλαγαν. Και σαν τέλειωσαν το γέλιο, ένα τους είπε:
. Εγώ το χωράφι μου το βρίσκω στην ίδια μεριά. 
Ένα άλλο, που του στριφογύριζαν τα χωράφια στο μυαλό, γελώντας πριν πει κάτι
. Να πάγαινα ... εγώ στο ... χωράφι μου στα Κιόνια ... και κείνο νάχε πάει στη Φούιζα ... και τάλλο ναχε πάει στου Κούμιση απ' του Λακαβίδι...
.  Και το δικό σου να πάγαινε στο Μεροβίκλι ... 
. Το δικό σου να πάει στο Μεροβίκλι (μεγάλος γκρεμός) κι όχι το δικό μου. Τ'ακούς ... είπε ένα άλλο αγριεμένο κι έβαλε τέλος στο γέλιο.

- Αν και οι Τούρκοι ήσαν υπόδουλοι στο Σουλτάνο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας μέχρι το 1922 και με την επανάστασή τους απόχτησαν κρατική - εθνική οντότητα, εντούτοις, όλοι οι ιστορικοί μας, μιλάνε για υπόδουλη Ελλάδα στους Τούρκους και τουρκοκρατία! Κι όταν επισημανθεί, έρχεται σαν «σοφή απάντηση» το παραλήρημα. Έλα μωρέ! Τι τουρκοκρατία, τι Οθωμανοκρατία.  Το ίδιο κάνει! Κι όμως, η Μικρασιατική καταστροφή δεν εξισώνεται με κανένα Έλα μωρέ, το ίδιο κάνει! 

Να κι άλλο παραμιλητό:
-  Οι Έλληνες απόχτησαν την ελευθερία τους από την τουρκική βαρβαρότητα  με την επανάσταση του '21! Και βέβαια όλοι ξέρουν πως η Επανάσταση του '21 συντρίφτηκε από τον Αιγύπτιο  Ιμπραήμ (Αλβανό μουσουλμάνο κι όχι Αρβανίτη), με εντολή του Οθωμανού Σουλτάνου, μετά από υπόδειξη κάποιου Φαναριώτη υπουργού του. 

Κι άλλο:

Με την επανάσταση του '21 η Ελλάδα απόχτησε την ανεξαρτησία της! Το πασίγνωστο είναι πως  τη μεγαλύτερη και σπουδαιότερη επανάσταση των Ελλήνων σύντριψε ο Αιγύπτιος - κι όχι Τούρκος- Ιμπραήμ. Αυτόν τον Αιγύπτιο σύντριψαν στο Ναβαρίνο οι Άγγλοι για λογαριασμό τους και η Ελλάδα έγινε αγγλικό προτεκτοράτο μέχρι το 1947, οπότε και παραδόθηκε στους νικητές του 2ου Παγκόσμιου πολέμου, Αμερικάνους. Ποτέ και σε κανένα στην ιστορία δεν χαρίστηκε η ελευθερία. Η ελευθερία κατακτιέται και δεν χαρίζεται. Σ' όλες τις Συνθήκες  που υπογράφτηκαν από τους Άγγλους με την Πύλη δεν παραβρέθηκε ούτε ένας Έλληνας. Ο Καποδίστριας, που πίστευε πως κυβερνούσε ανεξάρτητη χώρα, χωρίς την έγκριση των Άγγλων,  είχε το γνωστό τέλος. Τα αρχεία της εποχής δεν είναι διαθέσιμα στους ιστορικούς. Όλοι οι πόλεμοι, που δεν εγκρίθηκαν από τους Άγγλους χάθηκαν(1887, 1922) σε αντίθεση με όλους τους άλλους, που κερδήθηκαν. Για την Αμερικάνικη επικυριαρχία από το 1947 και μετά, δε χρειάζεται να θυμίσουμε τίποτα. Ούτε τις δηλώσεις όλων των πρωθυπουργών και αυτών που νόμισαν κάτι διαφορετικό (Παπάγος, γεροΠαπανδρέου). 

Κι ένα τελευταίο:
- Ολόκληρη η ιστορία, όλων των λαών, γραμμένη και άγραφη, περνούσε από το παραμιλητό της τσιέπης των που είχαν. Για τους άλλους ίσχυε το Ευαγγελικό: «Άρατε ουν απ' αυτού  ... καιὶ δότε τωἔέχοντι ...  τω γαρ ἔέχοντι ... δοθήσεται και περισσευθήσεται, ἀαπό δε του μη έχοντος και ο έχει ἀαρθήσεται ἀαπ'᾿ αυτού και τον αχρείον ... ἐεκβάλετε εις τοὸ σκότος το εξώτερον· ἐεκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των ὀοδόντων». (Ματθ. ΚΕ στ. 28,29,30 ).
Η ιστορία γράφεται από τους νικητές ...
... και φταιν' γι αυτό οι ηττημένοι, πετιέται ο από Γκουγκουλώρας μεργιά.


 
        «Δυνάμει» του Μπάιστα ήταν και είναι εκεί. Το λέει ξεκάθαρα ο Τέλης. Άκου  «Δυνάμει» του Μπάιστα ήταν εκεί. «Δυνάμει»: η δυνατότητα που ενυπάρχει στο αέναα κινούμενο Είναι προς το Μη Είναι του! Αυτό που υπάρχει στο σπόρο και τον κάνει να γίνει δέντρο. Η δυνατότητα στον και στην και στο,  να γίνει κάτι  κι αν  βέβαια γίνει κατιτίς. Αυτό το τελευταίο βέβαια το ξέρει καλύτερα από το «Δυνάμει», η αυτής εξοχότητα η Μετάλλαξη. Αυτήν την Παντοδύναμη Κυρία, τη γνώριζε καλά ο μεγάλος Σταγειρίτης και τη σεβόταν ακόμα και ο ίδιος ο Δίας. Δε λέμε βέβαια τίποτα για τους άλλους θεούς και θεενές. Από όλη αυτή τη φασαρία αποτελούν εξαίρεση η Σοφή παρθένος Αθηνά και η Παναγία παρθένος Μαρία. Οι Μπασταίοι επιλέξανε την εκδοχή της κοίμησης της Θεοτόκου μετά την επανάσταση του '21, το 1848 που χτίσανε την εκκλησιά τους. Δεν είναι γνωστό το γιατί και πώς επιλέξανε ν' αφιερώσουν την εκκλησιά τους στην κοίμηση κι όχι στη γέννηση, τα  Εισόδια, τον Ευαγγελισμό ή κάποιον άλλο μεγάλο άγιο. Οι πολλοί Γιάννηδες και Γιώργηδες του χωριού, μπορεί και να αλληλοσκοτώνονταν, αν έμπαινε τέτοιο ζήτημα.  Δεν ακούστηκε κάτι για διαφωνίες των Μπασταίων πάνω στο ζήτημα αυτό. Οι Μπαστιώτισσες δεν πρέπει να πήραν μέρος στην κουβέντα για την επιλογή των Μπασταίων, κι ούτ' έχει κάτι τέτοιο ακουστεί. Λέτε να την επιλέξαν οι Κυράδες κι αποβραδίς να το ψυθίρισαν στ΄αφτί του Κύρη και έτσι η επιλογή της κοιμισμένης Παρθένας. Τσιμουδιά δε βγήκε για κάτι τέτοιο στο χωριό. Εκτός και έτσι ήθελαν τις παρθένες οι Μπασταίοι. Οι φεμινίστριες, αν και «δυνάμει» ήσαν εκεί, αδυνατούσαν να επέμβουν και  «Ενεργεία». Η γυφτοΣοφιά, πρώτη φεμινίστρια στον κόσμο, αφού καπίνιζε σα φουγάρο στο χωριό, χωρίς να τολμά κάποιος να της τρίψει το τσιγάρο στη μούρη, ήταν κι αυτή «Δυνάμει» κι όχι «Ενεργεία».   Οι μεταγενέστεροι Μπασταίοι κι οι Μπαστιώτισσες λέγαν πως μόνο ένας  Θεός ξέρει. Είπε, βέβαια, κάτι η αλλοεθνής Λ. Μινέλι για τη δική της φάρα. Κάτι που είναι εντελώς - εντελώς απαράδεχτο και γιαυτό θα λογοδοτήσει στο μεγαλοδύναμο γι αυτά που είπε! Οι Μπαστιωτοπούλες είναι σίγουρο πως θα την ξεμάλλιαζαν λοΐδα - λοΐδα, τηντζούγδο! Το εξαιρετικά περίεργο είναι πως «Ενεργεία» δεν τόλμησαν να ξεσηκωθούν οι Φεμινίστριες και να της πάρει  και το σόι. Αφού όμως δεν έκαναν καμιά εξέγερση, κατά πως έπρεπε, φαίνεται πως τις ευχαρίστησε η έσχατη υποτίμηση του Άνδρα. Ίσως και να είπε όλη την Αλήθεια, που ξέρουν όλες οι φεμινίστριες και  κάθε υποψία ξεσηκωμού καταντάει Ύβρις. Και πως να τα βάλουν οι φεμινίστριες με μια Λ. Μινέλι. Εξ άλλου, κανείς δενγκζέρει αν τα είπε «Δυνάμει» ή «Ενεργεία». Τα επιθυμούσε «Δυνάμει» ή μπόρεσε να κάνει όσα είπε και «Ενεργεία». Ο δημοσιογράφος, δεν είχε διαβάσει Αριστοτέλη, για να κάνει τη σχετική ερώτηση και να λάμψει η αλήθεια σ' όλο της το μεγαλείο! Μάλλον θα 'βγαλε «Δυνάμει» τον καημό  της, σαν την αλεπού, η κακομοίρα! Πως θα μπορούσε να βρεθεί ένας άντρας, που να είναι πάμπλουτος και μισοπεθαμένος, για να ικανοποιεί τις χρυσοποίκιλτες επιθυμίες, παθιασμένος με την τέχνης και την πολιτική για τη σεξουαλική της διέγερση και ανώνυμος δίμετρος τρις της εβδομάδος για τα περαιτέρω! Τέτοιες διαστροφές δεν περνάν απ΄το μυαλό καμιάς γυναίκας. Κι αν υπήρχαν οι Μπασταίοι, δε θα αποτολμούσε να πει κάτι τέτοιο η μπεμπεκογραία. Τις φορτωτήρες  τις είχαν φυλαγμένες πίσω από τημπόρτα ... 

       Ο Μωυσής, σαν  θεοφώτιστος Εβραίος που ήταν, αν και κάποιοι τον θεωρούν Αιγύπτιο, πριν ακόμα γεννηθεί ή πει κάτι για το «Δυνάμει»  και «Ενεργεία» ο αλλοεθνής του Αριστοτέλης, τον μελέτησε καλά και τάδε εφη: «Εν αρχή εποίησεν ο θεός [Στο πρωτότυπο: «Beresith bara elohim».  (elohim = οι θεοί)] τον ουρανόν και την γην, η δε γη ην αόρατος και ακατασκεύαστος και σκότος επάνω της αβύσσου (Γεν. κεφ.Α΄ στ.1). Οι Μπασταίοι που τ' άκουγαν στην Εκκλησιά τους δεν κάνανε διακρίσεις ανάμεσα σε Εβραίους και Έλληνες. Ούτε και οι παπάδες και οι ψαλτάδες δίνανε σημασία. Μάλλον όλους τους θεωρούσαν ένα και το αυτό. Μέσα στο αβυσσαλέο εβραίϊκο σκοτάδι, ο Μπασταίος Μεφιστοφελής μπραζέρης του οξαποδώ, έβαλε το δεξί του μάτι στη χαραμάδα του «Δυνάμει» και τ αριστερό  στην κλειδαρότρυπα του «Ενεργεία»,  κι έβλεπε το χωριό Μπάστα σ’ όλο του το μεγαλείο. Κι ο Οξαποδώ ήταν Εβραίος. Οι 'Ελληνες δεν είχαν οξαποδώ, όπως οι Εβραίοι κι ο Αριστοτέλης δεν απαιτούσε πνευματικά δικαιώματα για το «Δυνάμει»  και «Ενεργεία» του. Όλοι μπορούσαν να κάνουν χρήση αυτών των σπουδαίων μεθοδολογικών εργαλείων. Αλλά και το Ελληνικό Χάος δεν είχε μέσα του κανένα σκοτάδι, αλλά  ένα "αντρόγενο", τον Κρόνο (χρόνο) και τη Ρέα (ροή), που κόντευαν να βγάλουν τα μάτια τους με  τους τσακωμούς. Κανένας δεν πλησίαζε στην κλειδαρότρυπά τους. Ούτε ο Μπασταίος  μπραζέρης του οξαποδώ. Oι Νεολιθικοί οικισμοί  του Σέσκλου και το Διμηνιού στη Θεσσαλία, δεν είχαν ακόμα φτιαχτεί και έτσι δεν αμπόδαγαν  τη διαβολική όρασή του να βλέπει και να ψιθυρίζει στ’ αφτί των Μπασταίων. «Δυνάμει» του Μπάστα ήταν εκεί. Ήταν  πανταχού παρόν. Παντού και πάντα, χωρίς να το κουνάει ρούπι από κει που είναι. Ας τολμήσει κάποιος να πει, πως του Μπάστα δεν υπήρχε «δυνάμει», σαν γίνονταν οι πόλεμοι θεών και ημίθεων, επαναστάσεις σαν του Προμηθέα και του Βεελζεβούλ, γιατ’ όχι και της Εύας, που ’γεύτηκε τον καρπό της γνώσης, κόντρα στη θεϊκή εντολή και την καταριώνται από τότε  άντρες και γυναίκες και, σαν το μάθουνε, και τα παιδιά. Πολύ σπουδαία γυναίκα αυτή η Εύα. Αν και της φορτώνει η ανθρωπότητα το μεγαλύτερο έγκλημα και της τα ψέλνει η αντροκρατούμενη εβραίικη διήγηση, δεν μπορεί να κρύψει πως πρώτη η γυναίκα γεύτηκε τη Γνώση κι έδωσε και στον άντρα να γευτεί. Στην αντροκρατούμενη Ελλάδα η σοφία βγαίνει από τον ακούτραφο του Άνδρα Δία, με τη μορφή μιας σοβαρής γυναίκας (Αθηνάς), που δε λιγουρευότανε κι ούτ' έτρωγε τους καρπούς του καλού και του κακού, αλλά μόνο του καλού, άκουγε τομπατέρα της το Δία και ήτανε καλό τσιουπί. Μάνα η μαύρη Αθηνά δεν είχε. Η Ήρα δεν ήτανε μάνα της. Και δεν είναι καν γνωστό αν γεννήθηκε πριν παντρευτεί την Ήρα ή μετά την παντρειά του. Καμιά γκρίνια της Ήρας δεν έχει ακουστεί, όπως με όλες τις άλλες μπαγαποντιές του Δία. Κι εξ άλλου γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία. Δε γεννήθηκε από κάποιο άλλο σημείο του Δία. Και ποια γυναίκα θα παραπονιόταν αν ο άντρας  της γένναγε από το κεφάλι. Ίσως σταυροκοπιότανε  αν ήταν χριστιανή . Για παραπέρα, ποιος ξέρει ...
       Ο παράδεισος, που οι ειδικοί ψάχνουν να τον βρουν και στο φεγγάρι, «Δυνάμει» ήτανε στου Μπάιστα.  «Ενεργεία» κάτι πρέπει νάγινε  και χαθήκανε τα ίχνη. Κανένας δεν έμαθε που βρίσκεται ο Παράδεισος, σαν  πέταξε έξω ο Γιαχβέ τα «κατ' εικόνα» πλάσματά του, γιατί ο άντρας άφηκε τη γυναίκα του να πάρει κρυφά τη γνώση, που είχαν απαγορέψει ο Γιαχβέ επί ποινή θανάτου. Από πολλά αντρικά, κι όχι μόνο, μυαλά Μπασταίικα, πέρασε η σκέψη, πως αν ο Αδάμης, ο άντρας της, της έρινε ένα γερό μπερντάχι, την ώρα που η Εύα λιγουρευότανε τον καρπό του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού, ίσως να ήσαν διαφορετικά τα πράγματα. Δε θα βάζανε σε μπελάδες το Γιεχοβά και σε περιπέτειες την ανθρωπότη. Κάποιοι άλλοι που δε χαρίζαν κάστανα σε κανένα, λέγανε: τι τοήθελε ο Γιαχβέ αυτό το δέντρο του καλού και του κακού  στη μέση του παράδεισου. Και ήταν ανάγκη να είναι δέντρο και του καλού και του κακού; Δεν έφτιανε ένα δέντρο του καλού και ένα του κακού να μη μπερδεύεται η γυναίκα του μαύρου του Αδάμη! Οι Έλληνες δεν είχαν παράδεισο και τέτοια χαζά πράματα για πρωτόπλαστους Αδάμηδες και Εύες. Σαν σοφοί που ήταν, είχαν τα νησιά των μακάρων για όσους πεθαίνανε και κάπου έπρεπε να πάνε. Αν βέβαια είχαν το αντίτιμο εισιτηρίου για τη βάρκα που θα τους πάγαινε μέχρι τα νησιά. Αν δεν είχαν οβολούς, κανένας δεν ήξερε που παγαίνανε. Πάντως νησιά μακάρων δεν είχε γι αυτούς. Ας φροντίζανε όσο ζήγανε να έχουν σαν πεθάνουν, λέγανε μπασταίικα οι Μπασταίοι. Λέγανε και κάτι άλλο πολύ πιο σοβαρό. Πως μπόρεσε αυτός ο Γιαχβέ, ο Έβραίικος Θεός ν' απαγορεύει τη γνώση από την Εύα, μιας και αδιαφορούσε κατά πως φαίνεται, ο Αδάμης! Κι ο δικός μας Δίας, κράταγε τη σοφία φυλακισμένη στο κεφάλι. Γι αυτό καλά τούκανε η Αθηνά. Τούσπασε την κεφάλα.  
        big bang. Το χωριό Μπάστα στη συστολή , την πρωταρχική έκρηξη (big bang) και τη διαστολή του σύμπαντος «Δυνάμει» ήταν εκεί. Συστελλόταν και διαστελλόταν, φούσκωνε και ξεφούσκωνε μαζί με ολόκληρο το σύμπαν και χασκογελούσε που γινόταν τέτοιος χαλασμός κι ανακατωσούρα, έτσι χωρίς λόγο.  Αναίτια, χωρίς αιτία λένε οι ειδικοί. Άλλοτε πάλι έκανε το κορόιδο, κρυμμένο σε κάποια άκρη , κάποιου άλλου σύμπαντος, σαν κι αυτή που είναι τώρα.
          Για τους Μπασταίους, μέχρι που ήρθε το σχολείο στο χωριό , όλοι αυτοί οι σοφοί που είπανε και λένε για big bangκαι τέτοια  δεν υπήρχαν καν ή δεν υποπτεύονταν την ύπαρξή τους . Αφού δεν τα ’ξεραν , γιατί να υπάρχουν ; Και σε τι θα τους χρειάζονταν ! Φαΐ γι αυτούς δεν είχαν κι αυτό είχαν ανάγκη . Ούτε ζέστη ούτε κρύο. Κι από πίτα που δεν τρώγανε,  ... ας πάει και το παλιάμπελο  …
           Κι αν ακόμα υπήρχανε όλοι οι σπουδαίοι σοφοί, ήταν από άλλον και για άλλον κόσμο. Ίσως μάθαιναν κάτι , σαν πήγαιναν εκεί. Είχαν και οι Μπασταίοι είσοδο γι αυτόν τον κόσμο. Στο νεκροταφείο τους, στην Κατουντήστα . Μα σαν πηγαίνανε εκεί, κανένας τους δε γύρναγε, πίσω να πει για σοφούς και γι άλλα τέτοια. Και το είχανε όλοι τους υποσχεθεί. Πρώτη υπόσχεση δίνανε, χωρίς καν να το ξέρουν, στα βαφτίσια. Για ένα όνομα, μια τόση δα λεξούλα , πέρα από πληρωμές για το Ταμείο νομικών ας πούμε, έπρεπε να δεσμευτούν οριστικά και αμετάκλητα με όρκους, ξόρκια και τη δημόσια απαγγελία του «Πιστεύω» τους στην εκκλησιά τους. «... Προσδοκώ ανάσταση νεκρών ...», λέγανε και ξαναλέγανε. Σε Μπασταίικη μετάφραση: Περιμένω το ζωντάνεμα και, μάλιστα, ουλουνώνε. Βέβαια μέχρι τώρα δε  γύρισε κανένας. Που ξέρεις, όμως αν αύριο, μεθαύριο δε γίνει κάτι τέτοιο!  Γι αυτό , λέγαν στο χωριό , πως  μέχρι τότε , έχει ο θεός και τέλειωναν μ' αυτά . Μα κι αν κάποιοι επιμένανε , τίποτα δεν έβγαινε με την επιμονή . Κάπου - κάπου φύτρωνε κάποιος μύθος ή και παραμύθι , Μπασταίικα λυρικά σκωπτικό , χωρίς δίδαγμα , κι ορθάνοιχτο στο κάθε ενδεχόμενο και ιδιαίτερα στο γέλιο . 
         Οι περισσότεροι Μπασταίοι είχαν άγνοια για όλους τους μεγάλους και για  όλα τα σπουδαία. Και δεν φαινόταν να στερούνται κάτι απ’ όλη αυτή τη φασαρία. Τους ήταν άχρηστα για την παραγωγή της υλικής ζωής τους.  Μόνο σαν κάποιος τους έλεγε κάτι για όλα αυτά, θαυμάζανε τον λέγοντα, όσο ήτανε μπροστά τους. Μετά την απομάκρυνση, μουρλό τον ανεβάζανε, ζουρλό τον κατεβάζαν. Δεν ανέχονταν με τίποτα τις διακρίσεις σε σπουδαίους και σπουδαία.   
       Λίγο πριν την πρωταρχική έκρηξη (big bang ), το χωριό μας «δυνάμει» ήταν εκεί. Αυτό το υπογράφει φαρδιά πλατιά ο Αριστοτέλης, που ήταν κι αυτός παραδίπλα. Όλοι και όλα ήταν εκεί. Όλο το σύμπαν, στριμωγμένο απίστευτα. Κάποιοι λένε πως το σύμπαν, σε κείνη τη στιγμή ήταν μικρότερο κι από τη μύτη της καρφίτσας!
   Τακούς μαύρε Γιώρη ;
   Τακώ και το μυαλό μου πάει στη φορτωτήρα!  
       Ούλα ήταν ένα και το χωριό μας ήταν εκεί  με ούλους και με ούλες; Με την Αφροδίτη ανάμεσα στο μπαρπΑντρέα και τον Κατσιαβόγιαννη , τον Ερμή  κυκλωμένο απ’ το Μοσκιό και τον Αδάμη, τον Ήφαιστο από το γυφτοΝιόνιο και τη γυφτοΣοφιά,  το Δία απ’ το Βγενή, τον Προμηθέα από το Χριστιλίπη … Με τον οξαποδώ και με όλες τις οξαποκεί ,  με τους σοφούς και τους βλάκες , με τους βασιλιάδες και τους δυστυχισμένους … Με όλους ήταν παρέα … Κι έσκαγε στα γέλια , γιατί γαργαλιόνταν από το μούσι του Διόνυσου και του Μεφιστοφελή . Για το αν γαργαλούσε πιότερο ο Μεφιστοφελής δεν είναι πλήρως εξακριβωμένο. Πρέπει να ρωτηθεί ο Γκαίτε , που ξέρει πιο πολλά για τα εν αρχή απ’ τον Ιωάννη και το Μωϋσή και είναι δυνάμει κατά πολύ νεότερός τους. Καμιά ανησυχία όμως. Το ενιαίο κέντρο ερευνών των μυστικών υπηρεσιών όλου του κόσμου μαζί και του οξαποδώ, έχει επιληφθεί του θέματος και στο προσεχές συνέδριό τους θα κάνουν τις σχετικές ανακοινώσεις .
   Αυτούς, παιδάκι μου εγώ δεν τους ξέρω . Εγώ ξέρω πως σε  τέτοιο στριμωξίδι και να γελάνε οι Μπασταίοι , καταντάει προπατορικό αμάρτημα και ο παπαΔιομήδης δεν θα μας αφήκει  να μεταλάβουμε σα θα ’ρθη η Λαμπρή.
   Ναι.  Κι ο παππαΔιομήδης ήταν κι αυτός εκεί. Ακόμα κι παπΑποστολης. Όλοι κι όλα κόντευαν να σκάσουν απ’ την άπειρη πυκνότητα της μάζας όλου του σύμπαντος , που είχε μαζευτεί εκεί , χωρίς καθόλου χώρο …
   Ούλια η σάρα και η μάρα και το κακό συναπάντημα. Ακόμα και η βρώμα του παλιογείτονά μας του Αυγεία, ήταν εκεί ! Πώς να μη το βάλει στα  γέλια το χωριό, σα βλέπει τέτοια παράξενα πράματα. Και τα κομπολόγια των Καλογέρων ν’ ακουμπάν στ’ αχαμνά της  Αφροδίτης και της … Τα δισκοπότηρα της αγιαΣοφιάς και τ’ Άγιου Πέτρου να κείτονται  μαζί με τις πάπιες του Σάχη και τις Μπασταίκες γαδίνες… Και οι πιο θεοσεβούμενοι θα κάναν το σταυρό τους γελαστά . Χριστός και η παναγιά.  Χριστός κι Παναγιά η παρθένα, λέγαν και γελάγανε κι αυτοί . Τι να κάνανε οι χριστιανοί … Είναι να μη γελάει κάθε πικραμένος, βρε παιδάκι μου;  
   Ευτυχώς που είχαν προνοήσει οι Μπασταίοι και απόφυγαν τη φασουλάδα κείνη τη ημέρα και δεν ... Μόνο γελούσαν.  Βοήθησε και η μελίγκρα κείνη τη χρονιά. Κατάστρεψε τις φασουλιές κι έτσι γλίτωσε το σύμπαν απ’ την καταστροφή. Και το πρόβλημα θα ήταν πολύ πιο σοβαρό, μιας και ούλες οι μύτες ήταν στον πισινό ουλουνώνε, συνεμπήκε κι ο άλλος μπαρμπαΓιώρης , που ήξερε πολλά για το θέμα αυτό … Ήταν διάσημος σ’ αυτά , γι αυτό τον λέγανε Μπουρδούτση …
   Οι άλλοι τι λέγανε , παιδάκι μου ; Τι λέγαν;
   Θέλτε κι άλλα παρλιακά έ! Θέλτε κι άλλα. Καλά. Για σκάσιμο, θαντους βάλω ούλους να λένε για τους Μπάιστα και τους Μπασταίους, κι ας  πλαντιάξουνε  απ’ το κακό τους! 
   Ο Ηράκλειτος με το Λάο Τσε παρασυρθήκανε με τα Μπασταίικα χασκόγελα. Έτσι κι αλλιώς  γι αυτούς όλα είναι έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα. Ο Κομφούκιος, που δε σήκωνε μύγα στο σπαθί του κι όλοι Βούδες στραβοκοίταγανε, γιατί δεν ανέχονταν τέτοια χάχανα σ’ αυτό το ανυπόφορο στριμωξίδι, αφού απαιτούσανε αταραξία και το  γέλιο  κάνει  κακό σ’ αυτούς και στους ταραξίες. Ο Σωκράτης ήταν κι αυτός παραδίπλα , αλλά δεν έβλεπε και δεν άκουγε τους Μπασταίους. Ούτε και το  big baνg άκουσε, γιατί κάτι του ’λεγε στ’ αυτί η Ασπασία. Γι αυτό  λέγανε οι Μπασταίοι, ίσως από εκδίκηση,  πως του Σωκράτη το … μυαλό, ζυγίζει ένα κι εκατό.
   Όλα αυτά γίνονταν έτσι χωρίς κανένα λόγο. Κι αυτό το λέγαν κάτι νιάνιαρα, που γεννήθηκαν την εποχή που του Μπάιστα είχε δίπατα χωρίς ταβάνι πήγαιναν σχολείο. Κι αυτό δύσκολα χωράει στο Μπασταίικο νιονιό.  Και του Μπουρδούτση η κοιλιά φούσκωνε και χωρίς να ρωτά τους γείτονές του , άφηνε τα big bag του , που ταράζανε τη γειτονιά . Και αυτό το έκανε , έτσι , χωρίς λόγο , όπως το σύμπαν . Οι άλλοι βρίζανε που δεν έπνιγε , όπως αυτοί , τους αηδείς κρότους κι αυτός γελούσε, επεμβαίνει ο πρώτος μπαρμαΓιώρης.
   Κι ο Πλάτωνας, που κι αυτός ήταν πιο κει, λέει πως ήταν εκεί αιώνια . Κι είχε κι έχει μέσα του όλα όσα έγιναν και γίνουν , γιατί ήταν Ιδέα και οι ιδέες δεν είναι σαν το ένα ή τον άλλο . Είναι Εκεί αιώνια . Σαν του Μπάιστα .
   Τι λες , ρε παιδάκι μου ! Λέει τέτοια σπουδαία πράγματα για το χωριό ο πλάτανος; Εμείς αγαπάμε και σεβόμαστε πολύ αυτό το φυτό,  γιατί μας δροσίζει όλους τα καλοκαίρια …
   Ο Πλάτωνας , μπάρμπα , ο Πλάτωνας …
   Είπα κι εγώ …
   Ούλοι κάτι λένε για το χωριό. Όχι βέβαια με το όνομά του . Το όνομα έχει πολύ μικρή σημασία  σαν μιλάνε για το Ον ή το Είναι.
   Ωχωχώχ! Τιντ΄τουτα μαυρε Γιωρ’; Και ζγούψανε χασκογελώντας αστραφτοτηρώτας ο ένα τον άλλο!
   Και όλοι λεν και βεβαιώνουν πως όλα υπάρχουν καθ’ εαυτά,  γιατί όχι και για μας τους Μπασταίους  μέσα σ’ αυτό το Ον. Κανένας  δεν μπορεί να βγάλει τίποτα από το Ον . Πολύ περισσότερο , ένα ολόκληρο χωριό σαν  του Μπάστα ; Πώς να βγάλεις από το σύμπαν ένα ολόκληρο χωριό . Θα ’χεις μεγαλύτερο πρόβλημα . Και που θα το βάλεις μετά; Θαντο πετάξεις ; Και που; Κι αν καταρρεύσει το σύμπαν ; Τσιμπούρι στο σύμπαν το χωριό , μπαρμπάδες μου , …  κι ας μη λένε και ξελένε το κοντό και μακρύ τους όλοι  οι σοφοί . Δεν μπορούν να βγάλουν απ’ τη μέση το χωριό  …
   Τάηθελε ο …
Τότε έπρεπε να πεταχτεί αυτό το χωριό από το σύμπαν . Τότε … Αλλά ήμουν αγέννητος και δεν το δινόμουν … αλλά που θα πάει …Δε θα μου δοθεί η ευκαιρία την άλλη φορά…, μονολογεί ο μπαρμπαΣπύρος , που μόνο κακά έχει κάνει στους Μπασταίους το χωριό τους , χαζεύοντας με το όνειρο της  αιώνιας επιστροφής.
Χαμπάρι  δεν πήρε  το χάχανο που ακουγόταν μέχρι που σκαπέτηκαν κατά ρούγας μεριά καθώς τραβήξανε για το σπίτι τους .
Εκείνος συνέχισε  στο ίδιο και χειρότερο χαβά.
Πριν 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια , που απ’ τη σκόνη άρχισε να φτιάνεται η γη , το χωριό μας ήταν εκεί . Και στριφογύριζε άμορφα, όπως όλα , μέχρι που έγινε τούτο , έγινε εκείνο , μα και το άλλο … Ό,τι κι αν γινόταν ήταν εκεί . Τα ’βλεπε ούλα και δεν έβγανε μιλιά . Τα ’γρίκαε και  τσιμουδιά . Τίποτα και σε κανένα . Στο μουσουψού , όλο και κάτι μουσούψιζε στου διπλανούς του , κοιτάζοντας μπας και το δουν . Κρυφάκουγε από μέσα του τους μύθους , τις μυθολοπλασίες και τα παραμύθια των Σουμερίων, των Ασυρίων , των Φαραώ , των Μινωιτών , των Μυκηναίων  και όλων των  άλλων,  που κραυγάζουν φωναχτά τα παρλιακά τους , μα δε βγάνει τσιμουδιά. Κρυφογέλαγε μονάχα, που και που, βγάζοντας λίγο αέρα απ’ τη μύτη … Τους μύθους και τα παραμύθια της Ινδίας και της Κίνας δεν τα καλάκουγε, αν κι έστηνε αυτί . Δεν τα πολυκαταλάβαινε γιατί τα λέγαν σ’ άλλη γλώσσα ...
   Αυτά ’ναι κινέζικα, έλεγε και ξεμπέρδευε, λουφάζοντας, κι αυτό τ’ ακολουθούσαν όλα τα χωριά. Ήταν βλέπεις το πρώτο χωριό. Ο Χόμο Σάπιενς σαν ξεμύτισε από την Υποσαχάρια περιοχή και πέρασε την Ερυθρά θάλασσα, εκεί στο κόλπο της Άκαμπα, έφτιασε το πρώτο χωριό. Το λέν’ και σήμερα από τότε(;) τελ Μπάστα. Ήταν ο γεννήτορας όλων των χωριών, που φτιάχτηκαν μετά…    
Και δεν ήθελε να τα καταλαβαίνει κι ούλα ! Ένα χωριουδάκι να χαραχτηριστεί πολύξερο ήταν κακό πράμα … Όποιος ξέρει πολλά στο τέλος το χάνει , λέγαν μερικοί και ήθελε να τα ’χει τετρακόσια και καλά μαζί τους …
   Ο Κρόνος (χρόνος) πού ’τρωγε τα παιδιά του και μαύριζε την καρδιά της Ρέας (ροή του χρόνου),  κατοικούσε στου Τζικαόνη και μίσησε πολύ το χωριό. Η γριαΦώναινα με τη Γκουντάναινα, αυτές οι θρυλικές μαμές ξεγέννησαν το Δία. Η σπαργανωμένη πέτρα, που ’δωσε στον Κρόνο η Ρέα ήταν από του Μπάστα. Ήταν το τεράστιο κροκαλοπαγές λιθάρι , που στέκεται Μπάστακας στο προσκεφάλι του χωριού … Του άρεσε τόσο πολύ που αναγλυφόταν για μέρες . Έτσι γλίτωσε ο Δίας, κρύβοντάς τον στη σπηλιά του Μάρκου και όχι στον Ψηλορείτη που λεν οι Κρητικοί! Το λέει και το Βαγγέλιο: Κρήτες αεί ψεύτες. Το σχέδιο της σωτηρίας του Δία καταστρώθηκε στο χωριό. Η Ρέα μαζί με όλες τις σοφές γριές του χωριού μαζευτήκανε κρυφά στη χαμοκέλα του Καρδαριτσιώτη , που είναι δίπλα στο μεγάλο λιθάρι και στέκεται εκεί σαν μπάστακας. Εκεί μάζεψε η Ρέα σε συμβούλιο όλες τις γριές. Τη γριαΦώναινα με τη Γκουντάναινα.  Τη Βγενήνα με τη Ζαντίκαινα . Τη Σταρόβαινα με την Στέργαινα . Τη Λυμπιάδα με τη Μπάμπαινα. Την Κατσιαβίνα με την Αντριγιού . Τη Μπαντούναινα με τη Τζούκαινα . Τη Σκούταινα με την Καστριγκάκαινα . Τη Μάρκαινα με την Κουρκουμπίνα . Τη Μπίρπαινα με τη Μουρλούκαινα και τημποτσού… Πήρε μέρος και η γυφτοΣοφιά , που ξεχείμαζε στη χαμοκέλα του Καρδαριτσιώτη (Αυτός ο Καρδαριτσιώτης  αγάπαγε όλες τις γυναίκες . Χωρίς διακρίσεις . Ακόμα και τις γύφτισσες ) . Όλες οι γριές ήταν εκεί . Καμιά δεν έλειπε . Το θέμα ήταν το πιο σοβαρό που αντιμετώπιζε μέχρι τότε οι ανθρωπότητα. Τη φύλαξη ανάλαβε ο Κραίνας . Ένας άγριος φύλακας με ένα τσεκούρι, που το ’φτιασε ο ίδιος γι αυτό το σκοπό . Στάθηκε απόξω από τημπόρτα με το τσεκούρι έτοιμο για δράση ... Φόβος και ο τρόμος  έπεσε στο χωριό . Δεν αγροικιόταν κιχ . Όλες τους είπαν σοφά λόγια και γι αυτό τις ευχαρίστησε από την καρδιά της η Ρέα . Έτσι άνοιξε ο δρόμος στο φεμινιστικό κίνημα , που κι αυτό έτσι ξεκίνησε απ’ το χωριό!
Η Ωλένια Αίγα, πούβοσκε στα γύρω βουνά, ορμηνεμένη απ’ τα γυφτοΣοφιά, πήγαινε τα βράδια στη σπηλιά του Μάρκου και βύζαινε το μαύρο Δία.
Η  γυφτοΣοφιά , αδερφή του γυφτοΝιόνιου , αδερφοποιητού του Κατσιαβόγιαννη , ήταν η πρώτη γυναίκα που καπίνιζε και στούφωνε το χωριό ... 
Η γριές του χωριού ήταν οι νεράιδες που φύλαξαν το Δία τη σπηλιά του Μάρκου και όχι  στο γνωστό Ιδαίον Άντρο . Σα μεγάλωσε ο Δίας αγάπαγε πολύ το χωριό . Γι αυτό όλες τις μπαγαποντιές του τις έκανε στη κουφάλα του πλάτανου της βρύσης . Ακούγοντας ο Δίας , «δυνάμει» , όλα αυτά που λέγαν ή δεν λέγαν , αλλά υπονοούσαν όλοι οι σοφοί για του Μπάστα ,  ξαπλωμένος κάτω απ’ τον πλάτανο της βρύσης , αγκαλιά με την Λήδα … είπε :
   Μεγαλόφρονες ακούστε  ούλοι σας. Ν’ αφήσετε ήσυχο το χωριό , γιατί θα σας κάνω όλους σας κατοίκους του Μπάιστα και θα καρφώσω από τώρα στον πλάτανο τον Προμηθέα και θα μαζευτούν όλα τα όρνια να τρώνε και τα δικά σας σωθικά . Κι ούλοι οι γκιόνηδες κι οι κουκουβάγιες θα κλαίνε και τη μέρα . Κάτι τέτοιο θα σας μαυρίσει την καρδιά και δε θα γίνετε μεγάλοι …
Όλοι κάνανε πίσω και άφησαν ήσυχο το χωριό . Τόσο ήσυχο , που δε γράψανε τίποτα για το χωριό Μπάστα . Ούτε και το ‘νομά του . Όλοι τους θέλανε να γίνουν μεγάλοι και να ’χουν καθαρή καρδιά . Οι μαύρες καρδιές , λένε μερικοί από τους πιο πονηρούς Μπασταίους  είναι σαν τις μαύρες τρούπες  κι όλα , ακόμα και τις ακαθαρσίες , και κυρίως αυτές , ρουφάνε μέσα τους . …
Όλα αυτά τα βεβαιώνει ο Μπασταίος γεροΚασιαβός που τα έβλεπε ούλα από τη Λαφοξιά , που κι αυτός κι αυτή ήταν εκεί . Όποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία , να πάει να τον ρωτήσει στην Κατουντήστα …
Ο Γιαχβέ δεν ασχολήθηκε με του Μπάιστα . Τον είχαν φορτώσει με τόσες σκοτούρες οι Εβραίοι και δεν είχε καιρό να ασχοληθεί με ένα τόσο ασήμαντο χωριουδάκι. Μερικοί απ’ το χωριό δεν άφηναν στιγμή που να μη αναφέρουν το όνομά του, λες και ήταν ο … Αλκιβιάδης .
Ο Ναζαρινός , που έλεγε πως η αγάπη είναι ο Θεός , είπε τα καλύτερα λόγια για το χωριό . Οι ελληνιστές που τον επισκέφτηκαν στη …Ναμπλούς , ήταν από του Μπάστα και συγκεκριμένα από την κάτω ρούγα. Τόσο πολύ ευχαριστήθηκε από την επίσκεψη αυτή , που είπε στους μαθητές : Αν μη στραφείτε και γένησθε ως … οι Μπασταίοι , ου μη εισέλθητε εις την βασιλεία των ουρανών . Και σαν έλεγε βασιλεία των ουρανών υπονοούσε το Μπασταίικο αγαδιλίκι . Δεν είναι σίγουρο αν το βεβαιώνουν αυτό ο Παπακώστας , οι καλόγεροι και οι καλόγριες του χωριού , γιατί ‘ναι ζωντανοί και ίσως έχουν αλλάξει γνώμη. Αλλά ο παπαΧρήστος, που τροφοδοτούσε τους αντάρτες, το βεβαίωνε, φορώντας και το πετραχήλι . Κι γι αυτό μπορείτε, αν αμφιβάλετε , να τον ρωτήσετε . Είναι μόνιμος κάτοικος κι αυτός στη Κατουντήστα …



«ενεργεία» όμως , ήταν εκεί;
Δεν φαίνεται καλά η υπογραφή του Αριστοτέλη για το ανήταν και  «ενεργεία» . Το χωριό μας όμως , ήταν εκεί και «ενεργεία» , κιας στραβομουτσουνιάζει όσο θέλει ο Τέλης . Και θα ’ναι κει , εις τους αιώνας των αιώνων , με όλα τα αμήν και γένοιτο , ψαλτάδων , παπάδων μα και δεσποτάδων.
Το γεωγραφικό ανάγλυφο . Οι παλιοί λέγανε πως στην αρχή εποίησεν ο θεός (Ακαράνα= ο παρσικός αγέννητος χρόνος . Κρόνος= ο ελληνικός χρόνος  , elohim (σε πληθυντικό στο εβραϊκό κείμενο)= οι  θεοί .  ) τον ουρανόν και την γην …και είδε ότι καλόν  και οι Μπασταίοι που τ’ ακούν αυτό στην εκκλησιά , εννοούν τη δική τους γη . Στραβομουτσουνιάζουν λίγο για την κακοτοπιά … μα θεός ήταν αυτός και …
Οι τωρινοί τα λεν αλλιώς , μα στον  ίδιο ντορό  (τορός-α-ον  , τρανός , οξύς , σαφής , πρόθυμος  και στην κοινή  δημ  ντορός =ακολουθώ τα ίχνη των θηραμάτων , αλλά και τα κρατούντα ήθη (βλ. Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής γλώσσης Δ. Δημητράκου σελ 4937) , στο όνομα της δικής τους θεάς Επιστήμης . Οι μελλούμενοι θα το πουν κι αλλιώτικα , στο όνομα της δικής τους θεάς κι αυτοί . Ακόμα κι αν η αιώνια επιστροφή , ή το βράχμα ξαναφέρει το γεροΚρόνο στο λιθάρι του χωριού , θα ‘χει με το μέρος του την κατανόηση των Μπασταίων , πως έφτιαξε τον καλλίτερο κόσμο που θα μπορούσε να γενεί . Πως θα μπορούσε , λένε , ένας θεός να ευχαριστήσει όλες , όλους κι όλα . Το τέρας της Χάρυβδης , οι μαύρες τρούπες και τ’ άλλα αχόρταγα στοιχειά , δε μποροκλιώνται (=Χορταίνουν ) με τίποτα . Φάγανε και τρώνε ακόμα τα σωθικά της γης  και κάθε τι που ισορροπεί . Ακόμα και τις κακοτοπιές δεν τις αφήνουν ήσυχες . Θα ’καναν εξαίρεση σ’ ένα μικρό και άσημο χωριό ;
Τον  Ελλαδικό χώρο τον κατάντησαν , με τον τρόπο τους , πολυσχιδές πολυσχισμικό και εν τέλει πολυμορφικό ανάγλυφο . Κι ένα μικρό κι ασήμαντο χωριό σαν  του Μπάστα , δεν είχε κι ούτε έχει δυνατότητα καμιάς παρέμβασης , στο αέναο γίγνεσθαι του κόσμου . Να είναι ή να γίνει , ας πούμε , μια εύφορη ισοτοπιά σαν του Λατζόι ή έστω του Κρεκούκι . Αν και φτωχό , δεν ήταν κι ούτε είναι γιος του φαταούλα . Ναντα θέλει ούλα δικά του και  να μη μποροκλιέται κι αυτό με τίποτα . Να ’xει και θάλασσα στου Πράρη , σαν τη θελήσει και να μη την έχει σαν τη βαρεθεί . Αερολιμάνι στου Κούμιση ή του Ζάρκου και Τελεφερίκ στον Αγιώρη . Τέτοια , δεν σκέφτηκε ποτέ , κανένας στο χωριό . Κι αν κάποιος το σκέφτηκε ή τόειπε , δεν έγινε κανα κακό . Τα καλούδια ούλου του κόσμου δεν ήτανε ποτέ κακά . Η πλάκα που σπάνε με τέτοια στο χωριό , ποτέ δεν έκανε κακό . Αν δε σπάγανε και πλάκα , τότε , ποιος ξέρει , μπορεί και να έκανε πολύ κακό . Ακόμα και οι κακοτοπιές τσακώθηκαν για πλάκα , πια θα πρωτόρθει στο χωριό. Φιλιώθηκαν στα σοβαρά  και ήρθαν ούλες . Αυτή η πολυσχισμική μορφολογία του χωριού , καταδυναστεύει τους Μπασταίους και ιδιαίτερα όλους στους στραβούς . Κι αυτό δεν είναι πλάκα . Είναι το κάκιστο κακό . Κι αυτό έγινε για πλάκα . Οι θυμόσοφοι κοσμολόγοι του χωριού , λένε πως όλα , μα όλα ,  γίνανε για πλάκα …Στην αρχή ήτανε η Πλάκα , λένε διφορούμενα  και δείχνουν κατά  ΚατουΝτίστας μεριά (Το νεκροταφείο του χωριού) . Κάποιοι , τη Μπασταίικη πλάκα την είπανε στα σοβαρά και κοσμικό παιγνίδι [Ο φιλόσοφος Αξελός (20ος αιώνας)] . Οι Μπασταίοι , με τη σύμφωνη γνώμη και των Κρητικών , κάτι τέτοιο το λένε κουζουλάδα .
Η πλάκα που χρησιμοποιούσαν στο σκολειό τους οι Μπασταίοι ήταν πολύ σοβαρό εργαλείο και δεν έχει σχέση , (Ο άβακας ή το αβάκιο , είναι μικρή μαύρη ορθογώνια πλάκα από σχιστόλιθο , σε ξύλινο πλαίσιο , στις δύο επιφάνειες έγραφαν οι μαθητές της Α΄ τάξης του δημοτικού τα γράμματα ή τους αριθμούς με το κοντύλι , πέτρινο μολύβι . Έγραφαν και έσβηναν με υγρό σφουγγάρι . Το κοντύλι και το σφουγγάρι ήταν δεμένο με κλωστή στο ξύλινο πλαίσιο της Πλάκας) αν και οι μαθητές φρόντιζαν να μη σπάνε τις πλάκες … γιατί το ξύλο που θα τρώγανε ήτανε τρίδιπλο και δεν ήτανε καθόλου της πλάκας … Κι από τα δάσκαλο και από τους γονείς … Το ξύλο δεν είναι της πλάκας και για τους δάρτες και για τους δαρμένους . Πόναγε και του δύο . Μόνο τα θρασύδειλα καθάρματα της ιστορίας δέρνανε για πλάκα …
Γεωλογικά εντυπωσιακό τοπίο. Οι αλλοχωριανοί , άμποτε κι έρθουν κατά κει , θαυμάζουν από μακριά το εντυπωσιακό τοπίο . Από μακριά , ούλα φαντάζουν όμορφα . Σαν πλησιάσουν τους γκρεμούς τα πράγματα αλλάζουν . Άθελα αναδύεται στη θέση του ωραίου , του  δέους πανέμορφη η ασχήμια ... Κρύος ιδρώτας λούζει τα κορμιά , απ’ την κορφή ως τα νύχια . Οι ώμοι πτύσσονται κατά κεφαλής μεριά . Τα μάτια αγριεύουν καθώς αποσύρονται στο βάθος των κελιών τους . Κολλάνε στο πλευρό των τολμηρών οι τρομαγμένοι . Το Χάος και η … Σκύλλα ορθώνεται μπροστά . Η προσοχή αγκυροβολεί στο χείλος της αβύσσου ! Οι κατηγορική προσταγή του παπαΧρήστου : προσέχτε το παιδί … από γκρεμό … αναδύεται στο συνειδητό , ακόμα και στις που δεν έχουνε παιδιά . Τα δέους θαυμαστικά , ααα ! , ιιι ! και οου ! , αντιλαλούνε στα γκρεμνά και επιστρέφουνε διπλά . Είναι η τελική ειδοποίηση και το ευχαριστώ του Χάους …Ακόμα και τα ζα , χωρίς σπουδές βαρύτητας  , ορθοστατάν στην ένστικτη προσταγή και χλιμιντράνε , ειδοποιώντας τ’ άλλα ...
Οι Μπασταίοι , σαν είσαντε παιδιά , παίζανε με τους γκρεμούς . Τα πόδια σιγουρέψαν τη σβελτάδα . Τα μάτια εθίστηκαν  στην ομορφιά  και τ’ αφτιά χορτάσανε Ηχώ . Σαν πήζαν τα μυαλά τους κάτι άλλαζε και τα ’βλεπαν αλλιώς … Χορτάτοι από γκρεμούς και ρέματα , δεν πολυθέλανε ν’ ακούνε για ομορφιές σκαζματικές και τέτοια . Οι ασχήμια που φωλιάζει μόνιμα στην ομορφιά , πετάει τα φτιασίδια . Η δυσκολία τσίτσιδη ορθώνεται μπροστά  …  
Στα τέλη της 10ετίας του ’50 , πέρασαν απ’ το χωριό μηχανικοί της νομαρχίας για χάραξη του δρόμου . Ο γεροΝτότης άκουγε τα σχόλια των ειδικών , για δυσκολίες κι ομορφιές  και ξέσπασε στον καφενέ .
   Ακούς εκεί να λένε πολύυ…σκαζματικό το χωριό  ! Δε ντρέπονται λιγάκι ! …  Δε βρίζουν  μόνο το χωριό…μα κι ούλια την Ελλάδα !   Άιντε … Τι να κάνω… Δεν τους  κάνω ντότι …  και θαειβλέπανε  αυτοί και τα πολυσκαζματικά τους …         
Γράπωσε το σαγόνι του , το ’σπρωξε κατά την αριστερή μεριά με τόσο ζόρι , που     κόντεψε να ισιώσει το ζαβό του δάχτυλό και να στραβώσει το σαγόνι .   
   Καλά ντε ! μηγκάνεις κι έτσι μπαρπαΝτότη. Θα πάθεις και καμιά ζημιά .  Δεν είπαν και κάνα κακό οι αντρώποι . Και συ τον καταριόσουνα προχτές , που σου ’σπασε τ’ αλέτρι ,    παρεμβαίνει κατευναστικά ο διπλανός του .
Πολλοί Μπασταίοι θα ’θελαν να είχε εξαιρεθεί του Μπάστα από αυτή την πολυσχιδή πολυσχισμικότητα και το τεράστιο βάρος που σηκώνει . Μα κι αν ακόμα , λέμε , αν , γινόταν η εξαιρετική του χάρη  και κάποιο άλλο χωριό , με κάποιο άλλο όνομα έπαιρνε τη θέση , το κακοτράχαλο Μπάστα θα ήταν στο εύφορο Λατζόι και το Λατζόι θα ήτανε στου Μπάστα . Το Μπάστα θα το λέγανε Λατζόι και το Λατζόι Μπάστα . Τίποτα δε θ’  άλλαζε .
   Μπα ! τίποτα δε θα ‘λλαζε ; πετάχτηκε , σαν τη …γριά -(Πορδή , είναι το σωστό)π  απ’ την κοφίνα , ο Τσίρμπας , νεαρός σοφιστής της διπλανής παρέας , απόγονος , καθώς νόμιζε , του μεγάλου αρχαίου σκεφτικού Πύρωνα απ’ την Ηλεία … Κανένας δεν έδωσε σημασία στο αποκρουστικό σοφιστικό ήχημα , καθώς κάνουν όλοι οι συνετοί σε τέτοια ατυχήματα … Δεν είναι δα κι ευγενικό να αναδείχνεις τους αηδείς ήχους , κρότους και οσμές , ακόμα κι αν είναι λεκτικές ... Μόνο λοξοκοιτάξαν κατά κει , π’ ακούστηκ’ η φωνή .

Κανένα βέβαια μυαλό ,δεν θα μπορούσε να χωρέσει ένα απόλυτο κενό εκεί στη βάση του πολυσχιδέστατου πολυσχισμικού . Θα έχασκε χαίνον το πολυσχιδές πολυσχισμικό χάσμα , σαν σκάζμα , κατά πως το λένε οι Μπασταίοι . Μπορεί να γινότανε και μαύρη τρούπα και τότε … , θα ’φανιζότανε στο τίποτα , κακό και η κακία , καλό και όλα τα καλούδια . Θα είχε πάει κατά διαόλου  , χωριό , χωριά , κι ούλια η γης κι ακόμα παραπέρα . 
Όμως , είν’ εκεί και φαίνεται κι από μακριά . Τον πισινό του έβλεπε παλιά ο Παυσανίας απ’ τη Σκιλουντία[1]. Από τα ζερβά  λοξοκοιτάει το Χελιδόνι . Από μπρος και δεξιά η Καλολετσή . Μάρτυρες μαρτυρικοί κι όλοι οι κάτοικοί τους , π’ αγωνίζονται σκληρά , μη γίνει μαύρη τρούπα  ο τόπος .                              
Γκρεμοί από δω κι από κει . Γκρεμοί μπροστά και πίσω . Γκρεμοί απουπάνου κι απουκάτου . Γκρεμοί παντού . Προκλητική ασέβεια της φύσης στο Μπασταίικο θέλω  . Κραυγάζει , αν δε γαβγίζει , σα σκόπιμη κακία της φύσης . Και δε μπορείς να βγάλεις κιχ για το κακό . Η ναζιάρα Ηχώ , θα σε περιγελάει επιστρέφοντας διπλό και τριπλό το κιχ . Οι περαστικοί θαυμάζουν τα σκάζματα και τους γκρεμούς . Τα μισοζώνια και τους μύτικες . Τις ρεματιές , τις γράνες και τράφους . Τα κροκαλοπαγή και ψαμμολιθικά  πετρώματα . Τους μπάστακες , τα μπαστακάκια , τη χλωρίδα και πανίδα .
Χαίρονται οι Μπασταίοι που φχαριστιούνται οι περαστικοί απ’ το θαυμάσιο τοπίο . Θαυμάζουνε κι αυτοί , μα γι’ άλλο λόγο .
   Ωραίος τόπος , λένε , για … χορτάτους.
Κάποιοι , που πιστεύουν πως για όλα κάτι φταίει , λένε πως κι ο διάολος τους έχει  ξεχασμένους . Πως να  ’ρθη ο μαύρος κατά κει . Να σπάσουν οι διαβόλοι το ποδάρι και να σωριαστούνε στου Μπάστα όλα τα καλά … Να τους ζηλεύ’ ο κόσμος …και αυτοί να καμαρώνουνε σα γύφτικα σκερπάνια … Αυτό δεν γίνεται με τίποτα σου πως λένε οι Μπασταίοι . Ούτε στη συντέλεια του κόσμου δε γίνεται ο διάβολος
καλός , κι ας λέει ότι θέλει ο Ωριγένης[2]και οι οπαδοί του .
Ναι , ναι , ακούγεται η …βραχνή φωνή απ’ την κοφίνα (πυθάρι) , που βγήκε μ’ απαιτήσεις στη φόρα . Πολυμορφικός τόπος και με το παραπάνου το χωριό . Βρίσκεται στη βάση ή τις απολήξεις του ορεινού όγκου , που ξεκινά απ’ την κεντρική  Ευρώπη , διαπερνά τα δυτικά Βαλκάνια και καταλήγει , πού αλλού ;  Στου Μπάιστα !  Άιντε και στα γύρω χωριά . Σα μπάστακας στέκει το φτωχό και κρατάει στους ώμους του όλα αυτά τα βάρη …Ούτε Άτλας να ήτανε το μαύρο ! Άλλοι καιροί… Οι ορεινοί όγκοι δε μετέφεραν στο χωριό μόνο τα δυσβάταχτα φυσικά βάρη , αλλά και όλα όσα γίνονταν εκεί ... με τον Άρη και το Ζαχαριά και όλη την παρέα του ... Αυτοί ήξεραν το γιατί τους ... Το αν και για ποιούς όμως ; Ακόμα και τα πιτσιρίκια θέλανε να πάνε στ΄ αντάρτικο ... Οι μεγάλοι όχι ... Άρεσε πολύ στα πιτσιρίκια , χωρίς να ξέρουν το γιατί ... Γιατί όμως τα παιδιά θέλανε να γίνουνε αντάρτες ; Περίεργο που φαντάζει αυτό ; Ξέρανε καλά πως θα ζούσαν στα κατσάβραχα , στους λόγγους , στις σπηλιές ... Θα είχαν όπλο ... Θα ...  Το γιατί δεν ... Και η κουβέντα γινότανε κρυφά απ’ τους μεγάλος κι απ’ τους άλλους πιτσιρικάδες … Θα κάνανε τέτοιες κουβέντες αν ήτανε ισοτοπιά ;; 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου